νευροπαθολογία

νευροπαθολογία
η
η μελέτη τών νόσων τού νευρικού συστήματος και ειδικότερα τής ανατομοπαθολογίας του.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. neuropathology < νευρ(ο)-* + παθολογία. Η λ. μαρτυρείται από το 1888 στον Θ. Αρεταίο].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • νευροπαθολογία — η ιατρική ειδίκευση πάνω στις παθήσεις του νευρικού συστήματος …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • νευροπαθολογικός — ή, ό αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη νευροπαθολογία. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. neuropathologic < νευροπαθολογία + κατάλ. ικός. Η λ. μαρτυρείται από το 1891 στον Γ. Καρυοφύλλη] …   Dictionary of Greek

  • -λογία — (AM λογία) β συνθετικό αφηρημένων θηλυκών ονομάτων που σχηματίστηκαν από ονόματα σε λόγος ή από ρ. σε λογώ και ανάγονται στο ρ. λέγω είτε με τη σημασία τού «μιλώ», άρα και τού «ασχολούμαι με κάτι» (πρβλ. αερολογία, ευφυολογία, φιλολογία), είτε με …   Dictionary of Greek

  • Κόρσακοφ, Σεργκέι Σεργκέγεβιτς — (Sergei Sergeievich Korsakov,Γκους Κρουστάλνι 1853 – Μόσχα 1900). Ρώσος νευροψυχίατρος, ιδρυτής της ψυχιατρικής σχολής της Μόσχας. Σπούδασε στη Μόσχα, αλλά και στη Βιέννη με τον Μέινερτ. Το 1892 διορίστηκε καθηγητής στο πανεπιστήμιο της Μόσχας… …   Dictionary of Greek

  • νευροπαθολογικός, -ή — ό αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη νευροπαθολογία …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”